Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

Νέες δυνατότητες για τα ελληνικά υποβρύχια στην Ανατολική Μεσόγειο


...Σε μία σημαντική απόφαση προχώρησαν, σύμφωνα με πληροφορίες, το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ), ως το ανώτατο διακλαδικό επιχειρησιακό στρατηγείο, και το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ), ως ο αρμόδιος επιχειρησιακός φορέας.
Συγκεκριμένα αποφασίστηκε η άρση της απόφασης παροπλισμού των τριών εναπομεινάντων υποβρυχίων Type 209/1100 (τύπου «ΓΛΑΥΚΟΣ»), ενώ ταυτόχρονα προωθήθηκαν και υπογράφηκαν προγράμματα συντήρησης της συνολικής δύναμης με την εξασφάλιση ροής ανταλλακτικών γεγονός που σταδιακά ενδέχεται να αυξήσει την δύναμη των υποβρυχίων του Στόλου σε 13 μονάδες.

Με τη συνεργασία του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ–ISDA)
Σύμφωνα με πληροφορίες η παραπάνω απόφαση βασίστηκε στο ακόλουθο σκεπτικό:

>τη διαπίστωση ότι ο χώρος εθνικού στρατηγικού ενδιαφέροντος και φυσικά του επιχειρησιακού σχεδιασμού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων έχει μετατοπιστεί – επεκταθεί από πλευράς βαρύτητας στην Ανατ. Μεσόγειο. Είναι αυτονόητο ότι η μεταβολή αυτή επιβλήθηκε από τις κατακλυσμικές εξελίξεις που δρομολογήθηκαν και συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα λόγω της ανακάλυψης πολλά υποσχόμενων ενεργειακών κοιτασμάτων στις υποθαλάσσιες περιοχές κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
>για την επιτήρηση και τον έλεγχο της συγκεκριμένης περιοχής το φορτίο πρόκειται να αναληφθεί από τις αεροναυτικές δυνάμεις και κυρίως από το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) το οποίο έχει ήδη τη δυνατότητα μακρόχρονης παραμονής στις περιοχές ενδιαφέροντος με οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες προς διεξαγωγή των απαραίτητων επιχειρήσεων επιτήρησης και ελέγχου και εξασφάλισης της αποτροπής. Όμως, οι διατιθέμενες σήμερα μονάδες επιφανείας του ΠΝ δεν έχουν τις δυνατότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής η οποία θα τους εξασφάλιζε και την επιβίωση στον συγκεκριμένο επιχειρησιακό χώρο.
>για τον λόγο αυτό και αφού λήφθηκε υπόψη η γεωγραφία, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (πρωτίστως θαλασσίου) χώρου εθνικού στρατηγικού ενδιαφέροντος, οι προκλήσεις ασφαλείας και φυσικά τα χαρακτηριστικά της κύριας απειλής, κρίθηκε ότι το υποβρύχιο αποτελεί το κατ’ εξοχήν στρατηγικό όπλο για τη διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων, καθότι παρέχει τις ακόλουθες δυνατότητες:
1. Ανάληψης μακροχρόνιων αποστολών
2. Εκτέλεσης της αποστολής με ελάχιστη επίδραση των καιρικών συνθηκών
3. Ασύμμετρου πλήγματος
4. Αιφνιδιασμού και συνεπώς δημιουργίας συναισθήματος διαρκούς ανασφάλειας στον αντίπαλο
5. Απαγόρευσης χρήσης περιοχής σε μονάδες επιφανείας
Κατά συνέπεια, τα προαναφερθέντα καθιστούν την ενίσχυση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων με το υποβρύχιο ως «στρατηγικό όπλο εκ των ων ουκ άνευ», αλλά και ταυτόχρονα αναγορεύουν το υποβρύχιο ως κύριο μέσο προάσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Είναι προφανές, ότι στα προαναφερθέντα βασικά σημεία του σκεπτικού που οδήγησε στη άρση της απόφασης παροπλισμού των τριών εναπομεινάντων υποβρυχίων Type 209/1100 (τύπου «ΓΛΑΥΚΟΣ»), είναι δύσκολο να εκφραστεί τεκμηριωμένη αντίρρηση.
Με τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και με συνεχώς αυξανόμενη την ανάγκη να διασφαλίσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και τα ζωτικά της συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο που ταχύτατα μετατρέπεται σε ενεργειακό «Ελντοράντο», η διατήρηση σε υπηρεσία των τριών υποβρυχίων Type 209/1100 (τύπου «ΓΛΑΥΚΟΣ»), παρά το προχωρημένο της ηλικίας τους, είναι μία από τις ελάχιστα διαθέσιμες και άμεσης ανταπόδοσης επιλογές.
Όμως, η αύξηση της οροφής του στόλου των υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού σε 13 μονάδες που θα μπορούσε σε συγκεκριμένο χρονική περίοδο στο μέλλον να επιτευχθεί (θα περιγραφούν παρακάτω σενάρια και προϋποθέσεις), με τα σημερινά δεδομένα και την πιο πιθανή πρόβλεψη για την εξέλιξη τους, φαντάζει πολύ δύσκολος στόχος κυρίως για να διατηρηθεί σε βάθος χρόνου.
Το παρόν και το μέλλον
Η σύνθεση του ελληνικού υποβρυχιακού στόλου όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα και η εξέλιξη του με παραδοχή την ολοκλήρωση των συμβάσεων «Αρχιμήδης» (ναυπήγηση τεσσάρων υποβρυχίωνType 214) και «Ποσειδών ΙΙ» (εκσυγχρονισμός μέσης ζωής – EMZ υποβρυχίου «ΩΚΕΑΝΟΣ» S118και ναυπήγηση δύο υποβρυχίων Type 214) παρουσιάζεται στον παρακάτω πίνακα:
Από τον πίνακα είναι εμφανές ότι πλην του «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» που ήδη έχει συμπληρώσει τριετή υπηρεσία, το σύνολο των υποβρυχίων του ΠΝ έχει ηλικίες που κυμαίνονται από 33 ως 42 έτη,έχοντας εξαντλήσει σχεδόν το όριο επιχειρησιακής ζωής του και υπό άλλες προϋποθέσεις θα έπρεπε να είχαν παροπλιστεί.
Είναι επίσης εμφανές, ότι για το άμεσο μέλλον το μεγάλο στοίχημα για την ανανέωση του υποβρυχιακού στόλου το ΠΝ, είναι η ολοκλήρωση των εργασιών ναυπήγησης – δοκιμών και παραλαβής των τριών υποβρυχίων Type 214 της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ» καθώς και του εκσυγχρονισμένου «ΩΚΕΑΝΟΣ» S118.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί, ότι αν οι αρχικές συμβάσεις υποβρυχίων είχαν εξελιχθεί ομαλά και σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, τότε σήμερα το Πολεμικό Ναυτικό θα είχε ήδη εντάξει σε υπηρεσία τέσσερα υποβρύχια Type 214 και τρία εκσυγχρονισμένα Type 209/1200 AIP «ΩΚΕΑΝΟΣ».
Όμως, ακόμη κι αν οι εργασίες ναυπήγησης – δοκιμών και παραλαβής των τριών υποβρυχίων Type 214 της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ» και του εκσυγχρονισμένου «ΩΚΕΑΝΟΣ» S118 ολοκληρωθούν εντός των επομένων 24 ως 30 μηνών, η κατάσταση όπως παρουσιάζεται στον παρακάτω πίνακα (όπου οι χρονικές εκτιμήσεις είναι ενδεικτικές), ΔΕΝ μεταβάλλεται δραματικά:
Στην καλύτερη περίπτωση, δηλαδή αν η παράδοση στο ΠΝ του «ΠΙΠΙΝΟΣ» S121, του δεύτερου Type 214 της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ» και του εκσυγχρονισμένου Type 209/1200 AIP «ΩΚΕΑΝΟΣ» S118, γίνει τους επόμενους 12 ως 18 μήνες, τότε το 2015 η δύναμη του υποβρυχιακού στόλου θα ανέλθει σε εννέα μονάδες (δύο Type 214, ένα Type 209/1200 AIP, τρία Type 209/1200 και τρία Type 209/1100).
Η δύναμη θα αυξηθεί στα 11 υποβρύχια το 2016-2017, με την παράδοση στο ΠΝ των υπόλοιπων δύο υποβρύχιων Type 214 της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ», δηλαδή του «ΜΑΤΡΟΖΟΣ» S122 και του «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» S123. Περαιτέρω αύξηση της δύναμης του στόλου στις 13 μονάδες αναμένεται περί το 2020-2021 με την παράδοση στο ΠΝ των δύο υποβρυχίων Type 214 (S124 και S125) της σύμβασης «ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ».
Όμως, το κατά πόσον τελικά η συγκεκριμένη σύμβαση θα υλοποιηθεί πλήρως παραμένει ακόμη άγνωστο, λόγω της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που τελικά η σύμβαση «ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ» υλοποιηθεί πλήρως, τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2020, τα τρία υποβρύχια Type 209/1100 «ΓΛΑΥΚΟΣ» θα έχουν συμπληρώσει περί τα 50 χρόνια υπηρεσίας, ενώ και τα τρία υποβρύχια Type 209/1200 «ΠΟΣΕΙΔΩΝ» θα προσεγγίζουν τα 45 χρόνια υπηρεσίας.
Δηλαδή, με άλλα λόγια, εφόσον ο επιχειρησιακός σχεδιασμός συνεχίζει να επιβάλλει τη διατήρηση της οροφής του υποβρυχιακού στόλου στις 13 μονάδες θα απαιτηθεί η αντικατάσταση τους με τουλάχιστον έξι νέα υποβρύχια. Για λόγους που γίνονται εύκολα αντιληπτοί από τον πίνακα, η ιδανική περίπτωση θα είναι το πρόγραμμα ναυπήγησης των έξι νέων υποβρυχίων να συμβασιοποιηθεί τη διετία 2019-2020, ώστε οι παραδόσεις τους να αρχίσουν την περίοδο 2024-2025.
Στην περίπτωση όμως που η οροφή του υποβρυχιακού στόλου επανέλθει στο επίπεδο των οκτώ μονάδων, τότε η ανάγκη ναυπήγησης νέων υποβρυχίων στο προαναφερθέν χρονικό διάστημα περιορίζεται σημαντικά ή μπορεί να θεωρηθεί ότι σχεδόν εκμηδενίζεται.
Όμως για λόγους μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και προγραμματισμού και για επιτευχθεί η οικονομικά εφικτή ανανέωση του στόλου σε βάθος χρόνου, πάλι θα απαιτηθεί περί τα μέσα της δεκαετίας 2020-2030, η υλοποίηση νέου προγράμματος ναυπήγησης υποβρυχίων με αντικείμενο τουλάχιστον δύο μονάδες.
Επιπρόσθετα, πριν ή περί το τέλος της δεκαετίας του 2020 θα πρέπει να υλοποιηθεί και το πρόγραμμα Εκσυγχρονισμού Μέσης Ζωής (ΕΜΖ) των τεσσάρων υποβρυχίων Type 214 της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ», που το πρώτο εξ αυτών, το «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» S120 θα βρίσκεται τότε στο μέσο περίπου της επιχειρησιακής του ζωής. Σε δεύτερη φάση δε (περί τα μέσα δεκαετίας του 2030) θα πρέπει να ακολουθήσει ο ΕΜΖ των δύο υποβρυχίων Type 214 της σύμβασης «ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ».
Σε οικονομικό επίπεδο το κόστος αυτών των δύο προγραμμάτων, δηλαδή της ναυπήγησης νέων υποβρυχίων και του ΕΜΖ των Type 214, εκτιμάται ότι θα είναι κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητο.Υπενθυμίζεται, ότι με βάση τις προβλέψεις του Νόμου 3885/2010 η τιμή των δύο νέων υποβρυχίων Type 214 της σύμβασης «ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ» ανερχόταν σε 500 εκατ. ευρώ ανά μονάδα χωρίς τιμαριθμικές αναπροσαρμογές κατά τη διάρκεια της υλοποίησης της.
Κατά συνέπεια το απόλυτο ελάχιστο του κόστους για τα έξι νέα υποβρύχια ανέρχεται σε 3 δις ευρώ (ή 1 δις ευρώ για δύο μόνο μονάδες) αλλά είναι βέβαιο ότι στην πράξη θα είναι υψηλότεροόχι μόνο λόγω των τιμαριθμικών προσαρμογών αλλά και για έναν άλλο πολύ σημαντικό επιχειρησιακό λόγο.
Προκειμένου να ανταποκριθούν πολυδιάστατα στις επιχειρησιακές απαιτήσεις του θεάτρου επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου (το σημείο αυτό θα αναλυθεί περαιτέρω στο Β΄ μέρος της ανάλυσης) τα νέα υποβρύχια θα πρέπει να είναι ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΕΚΤΟΠΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΤΑ TYPE 214.
Στο κόστος ναυπήγησης των νέων υποβρυχίων και του ΕΜΖ των Type 214 θα πρέπει επίσης να προστεθεί και το κόστος νέων υποδομών υποστήριξης–συντήρησης που θα πρέπει να δημιουργηθούν (κυρίως στην Κρήτη), ώστε να μεγιστοποιηθεί η δυνατότητα επιχειρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και φυσικά προμήθειας των όπλων τους (τορπίλες, κατευθυνόμενα βλήματα κατά απειλών αέρος εκτοξευόμενα από το υποβρύχιο σε κατάδυση, εκτοξευόμενα από τορπιλοσωλήνες ή άλλα συστήματα εκτόξευσης κατευθυνόμενα βλήματα για την προσβολή στόχων επιφανείας και ξηράς, κ.λπ.).
ΜΕΡΟΣ Β΄
Ελληνικά υποβρύχια στην Ανατολική Μεσόγειο: επιχειρησιακό πλαίσιο και κρίσιμοι παράμετροι
ΜΕΡΟΣ Γ΄
Οι οικονομικές και βιομηχανικές παράμετροι
----------------------------------------------Β΄Μέρος-------------------------------------------------
Προκειμένου τα νέα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού να δύνανται να επιτελέσουν το πολυδιάστατο επιχειρησιακό έργο που απαιτείται στο θέατρο επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου (και όχι μόνο), δηλαδή με άλλα λόγια να μετουσιώσουν σε πράξη τον χαρακτηρισμό τους ως στρατηγικό όπλο και ως κύριο μέσο προάσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων (δες το πρώτο μέρος της ανάλυσης με τίτλο: «Οι επιπτώσεις της απόφασης αύξησης της οροφής του στόλου υποβρυχίων» στον σύνδεσμο: http://www.defence-point.gr/news/?p=92962), είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να η σχεδίαση τους να εμφορείται από μία νέα, ολιστική φιλοσοφία που θα τους προσδώσει αυξημένες και ευρέος φάσματος επιχειρησιακές δυνατότητες.

Με τη συνεργασία του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ–ISDA)
Η συνημμένη διαφάνεια περιγράφει συνοπτικά το όραμα του Ναυτικού των ΗΠΑ για τις επιχειρησιακές δυνατότητες των μελλοντικών του υποβρυχίων που, και το οποίο κατά την άποψη μας, βρίσκεται σε αντιστοιχία με το προτεινόμενο ελληνικό.
Ειδικότερα οι επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές των νέων υποβρυχίων θα πρέπει να ενσωματώνουν τα ακόλουθα συστήματα – χαρακτηριστικά, φυσικά επιπρόσθετα των τυπικών (παραδοσιακών), που μπορούν μάλιστα να χαρακτηριστούν και ως «απαράβατοι όροι»:
>σύστημα αναερόβιας πρόωσης (AIP)
>σύστημα κάθετης εκτόξευσης για κατευθυνόμενα βλήματα πλεύσης (cruise) για την προσβολή στόχων επιφανείας και εδάφους (συμπληρωματικά των τυπικών τορπιλοσωλήνων)
>δυνατότητα ναρκοθέτησης και γενικότερα συμμετοχής σε επιχειρήσεις ναρκοπολέμου
>πυραυλικό σύστημα άμυνας κατά αεροσκαφών και ελικοπτέρων που εκτελούν ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις
>δυνατότητα μεταφοράς, διαχείρισης, άφεσης και επανάκτησης μη επανδρωμένων υποβρυχίων (UUV) και εναέριων (UAV) οχημάτων
>δυνατότητα υποστήριξης επιχειρήσεων δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων
>αυξημένες επικοινωνιακές δυνατότητες
Είναι αυτονόητο ότι η ενσωμάτωση όλων των προαναφερόμενων συστημάτων – δυνατοτήτων και η απαίτηση για μεγαλύτερη αυτονομία θα οδηγήσουν σε αύξηση των διαστάσεων (κύρια της διαμέτρου του ανθεκτικού) και του εκτοπίσματος των νέων υποβρυχίων.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Από την αρχή σχεδόν της εμφάνισης του, το υποβρύχιο ως οπλικό σύστημα κατέκτησε κεντρικό ρόλο στο οπλοστάσιο των ναυτικών δυνάμεων ανά τον κόσμο που έγινε ακόμη σημαντικότερος με την εισαγωγή των συστημάτων πυρηνικής πρόωσης που εξασφάλισαν εκτεταμένη αυτονομία σε κατάδυση.
Σήμερα όμως ακόμη και τα συμβατικής πρόωσης υποβρύχια με την ανάπτυξη και εισαγωγή σε υπηρεσία των συστημάτων αναερόβιας πρόωσης (AIP: Air Independent Propulsion) απέκτησαν αυξημένες επιχειρησιακές δυνατότητες, κύρια σε ότι αφορά την αυτονομία τους σε κατάδυση και έπαψαν να θεωρούνται πλέον ο πτωχός συγγενής των πυρηνοκίνητων υποβρυχίων που η τεχνολογία και η χρήση τους αποτελεί προνόμιο των μεγάλων δυνάμεων.
Επιπρόσθετα, τα συμβατικής πρόωσης υποβρύχια λόγω του γενικά μικρότερου, σε σχέση με τα πυρηνοκίνητα, εκτοπίσματος τους θεωρούνται ιδανικότερα για κλειστές θάλασσες και επιχειρήσεις στα παράκτια (littoral) όπου το βάθος των υδάτων είναι εξ ορισμού πολύ μικρότερο από αυτό των ωκεανών. Αναφέρεται παραδειγματικά ότι το Ναυτικό της Γερμανίας με τη μακρόχρονη επιχειρησιακή του παρουσία στη Βαλτική, έχει αποδείξει ότι είναι δυνατή η διεξαγωγή ελιγμών από υποβρύχιο ακόμα και σε βάθος της τάξης των 17 μέτρων.
Όμως για την απρόσκοπτη χρήση του σνόρκελ (αναπνευστήρα) και ενός ελάχιστου ελιγμών διαφυγής, το βάθος δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 40 μέτρων, ενώ η χρήση των τορπιλοσωλήνων απαιτεί ελάχιστο βάθος 25 μέτρων και η ναρκοθέτηση βάθος 18 ως 25 μέτρων.
Το υποβρύχιο έχει δυνατότητα συμμετοχής σε όλα τα είδη ναυτικών επιχειρήσεων και μάλιστα διαδραματίζοντας κομβικό ρόλο, αλλά πρωτίστως συνεχίζει να αποτελεί κύριο μέσο άρνησης θαλάσσιας περιοχής (sea denial).
Οι επιχειρησιακές του δυνατότητες περιλαμβάνουν την ανίχνευση, τον εντοπισμό και την εμπλοκήτόσο υποβρυχίων (έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί τη βέλτιστη από πλευράς αποτελεσματικότητας πλατφόρμα επιχειρήσεων ανθυποβρυχιακού πολέμου) όσο και στόχων επιφανείας. Μάλιστα αν ο οπλισμός του συμπεριλαμβάνει βλήματα πλεύσης (cruise) ή βαλλιστικά τότε αποκτά δυνατότητα και προσβολής στόχων ξηράς.
Επίσης, αποτελεί ιδανικό μέσο συλλογής πληροφοριών, ενεργώντας ως προκεχωρημένος αισθητήρας, πλησίον της εχθρικής ακτογραμμής – ενδοχώρας, ο οποίος δύναται να παρέχειπροειδοποίηση και αναφορές τακτικής κατάστασης. Είναι αυτονόητο ότι στη συγκεκριμένη αποστολή η επιχειρησιακή αξία του υποβρυχίου πολλαπλασιάζεται καθώς επιχειρεί επ’ ωφελεία όχι μόνο των ναυτικών δυνάμεων αλλά της διακλαδικής δύναμης που δρα στο συγκεκριμένο θέατρο επιχειρήσεων.
Σε όλες όμως τις περιπτώσεις κυρίαρχο χαρακτηριστικό του υποβρυχίου είναι η πολύ χαμηλή παρατηρησιμότητα του, που του επιτρέπει να δρα μυστικά, δεδομένο που καθιστά επιχειρησιακά αποτελεσματική τη χρησιμοποίηση του σε όλο σχεδόν το φάσμα της σύρραξης, από την κρίση μέχρι και τον πόλεμο. Παράλληλα καθιστά προτιμητέα την εμπλοκή του υποβρυχίου από το αρχικό στάδιο της κρίσης, όταν πιο «εμφανείς» δυνάμεις μπορούν να επιδράσουν αρνητικά σε ενδεχόμενη προσπάθεια αποκλιμάκωσης.
Σε ό,τι αναφορά τους προαναφερθέντες «απαράβατους όρους»:
>Σύστημα αναερόβιας πρόωσης (AIP).
Αναμφίβολα η σημαντικότερη μεταπολεμική εξέλιξη σε ό,τι αφορά τα συμβατικά (μη πυρηνοκίνητα) υποβρύχια είναι η τεχνολογική ωρίμανση και ένταξη σε υπηρεσία των συστημάτων αναερόβιας πρόωσης. Εξοπλισμένα με αυτά το συμβατικό υποβρύχιο σε μεγάλο βαθμό απελευθερώνεται από τη δουλεία του αναπνευστήρα (σνόρκελ) που είναι αναγκαία για την τροφοδότηση με ατμοσφαιρικό οξυγόνο του συστήματος πρόωσης.
Αποκτά σημαντική καταδυτική αυτονομία (στην περίπτωση των Type 214 το σύστημα AIP τεχνολογίας κυψελών καυσίμου –η βασική αρχή λειτουργίας απεικονίζεται στη συνημμένη φωτογραφία- παρέχει ακτίνα ενεργείας σε κατάδυση 1.254 ναυτικά μίλια, σχεδόν τέσσερις φορές μεγαλύτερη από τα 390 ναυτικά μίλια που παρέχει η συστοιχία συσσωρευτών) ενώ μειώνεται δραματικά η πιθανότητα εντοπισμού (η χρήση του αναπνευστήρα αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες εντοπισμού).
Σήμερα, διεθνώς διατίθεται ποικιλία συστημάτων αναερόβιας πρόωσης που βασίζονται σε διαφορετικές αρχές λειτουργίας. Για παράδειγμα η σουηδική Kockums, σήμερα εταιρία-μέλος του ομίλου ThyssenKrupp Marine Systems (TKMS) έχει αναπτύξει τον κινητήρα Stirling V4-275Rπου έχει εγκατασταθεί στα τρία υποβρύχια τύπου Gotland (Type A19) του Ναυτικού της Σουηδίας, επιτρέποντας τους καταδυτική αυτονομία δύο εβδομάδων με ταχύτητα πλεύσης πέντε κόμβων.
Η γαλλική DCNS ανέπτυξε το σύστημα MESMA (Module d’Energie Sous-Marin Autonome), ενώ ηολλανδική Rotterdamsche Droogdok Maatschappij (RDM) είχε αναπτύξει το σύστημα πετρελαιοκινητήρα κλειστού κυκλώματος (CCD: Close Cycle Diesel) «Spectre» το οποίο όμως δεν εισήλθε ποτέ σε χρήση.
Τέλος, η HDW (επίσης εταιρία-μέλος του ομίλου TKMS) σε συνεργασία με τη Siemens, ανέπτυξεσύστημα AIP που χρησιμοποιεί κυψέλες καυσίμου PEM-FC (Polymer Electrolyte Fuel Cell), η βασική αρχή λειτουργίας του παρουσιάζεται στη συνημμένη φωτογραφία) και το οποίο έχει ήδη εγκατασταθεί και λειτουργεί στα υποβρύχια Type 212, 214, και στο πλαίσιο προγράμματος εκσυγχρονισμού μέσης ζωής (ΕΜΖ) σε ένα υποβρύχιο Type 209/1200 («ΩΚΕΑΝΟΣ» S118).
>Σύστημα κάθετης εκτόξευσης για κατευθυνόμενα βλήματα πλεύσης (cruise) για προσβολή στόχων επιφανείας και εδάφους (συμπληρωματικά των τυπικών τορπιλοσωλήνων).
Μέχρι σήμερα ο τορπιλοσωλήνας διαμέτρου 533 χιλ. (21 ιντσών) αποτελεί το μοναδικό σύστημα άφεσης – εκτόξευσης όπλων στην περίπτωση των συμβατικών (μη πυρηνοκίνητων) υποβρυχίων. Όμως σε αντίθεση με το παρελθόν όπου το μοναδικό όπλο των υποβρυχίων ήταν η βαρεία τορπίλη πλέον υφίσταται η δυνατότητα άφεσης – εκτόξευσης από τον τορπιλοσωλήνα κατευθυνόμενων βλημάτων κατά στόχων επιφανείας και ξηράς.
Αντίθετα, από την αρχή σχεδόν στα πυρηνοκίνητα υποβρύχια υιοθετήθηκε η χρήση συστημάτων κάθετης εκτόξευσης που επιτρέπουν τη μεταφορά, διαχείριση και εκτόξευση μεγάλου αριθμού όπλων έτοιμων προς εκτόξευση (συμπεριλαμβανομένων και στρατηγικών βαλλιστικών βλημάτων,γεγονός που τα κατέστησε το πιο σημαντικό μέλος της τριάδας αποτροπής των μεγάλων δυνάμεων ή για ορισμένες από αυτές το μοναδικό).
Σημειώνεται ότι στην πάροδο των ετών έχουν προταθεί, αλλά χωρίς τελικά να υιοθετηθούν, συστήματα μεταφοράς, διαχείρισης και άφεσης των όπλων εκτός ανθεκτικού. Τα κύρια πλεονεκτήματα τους είναι η αύξηση του επιπέδου ασφαλείας εντός ανθεκτικού (υπενθυμίζεται ότι η έκρηξη των υγρών καυσίμων μίας τορπίλης απετέλεσε το αίτιο για την τραγωδία του ρωσικού υποβρυχίου Kursk), η αύξηση του αριθμού των μεταφερόμενων όπλων και η μείωση του πληρώματος, καθώς η διαδικασία διαχείρισης και άφεσης είναι πλήρως αυτοματοποιημένη.
Τυπικό παράδειγμα μίας ριζοσπαστικής πρότασης η οποία τελικά δεν υιοθετήθηκε ήταν το Magnum, κατά βάση δύο περιστρεφόμενοι ως προς τον διαμήκη άξονα του υποβρυχίου δακτύλιοι οι οποίοι περιμετρικά φέρουν θέσεις αποθήκευσης κανίστρων εκτόξευσης διαφόρων τύπων όπλων.
Πάντως και σήμερα η απαίτηση για πλήρη ολοκλήρωση στο υποβρύχιο συστημάτων διαχείρισης και άφεσης όπλων (WHDS: Weapon Handling and Discharge Systems) που επιτρέπουν τη μεταφορά, διαχείριση και άφεση μεγάλου αριθμού και πολλών τύπων όπλων, με ταυτόχρονη αύξηση του επιπέδου ασφάλειας και ταχύτητα και ευκολία αναχορηγίας παραμένει.
Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα ολιστικής αντιμετώπισης του καίριου αυτού ζητήματος αποτελεί η λύση που έχει επιλεχθεί από το Ναυτικό των ΗΠΑ για την περαιτέρω εξέλιξη των σύγχρονων πυρηνοκίνητων υποβρυχίων επίθεσης (SSN) τύπου Virginia, με τη μορφή του αποκαλούμενου Virginia Payload Module (VPM).
Τα τέλη Οκτωβρίου 2013 η Διοίκηση Ναυτικών Συστημάτων του Ναυτικού των ΗΠΑ (NAVSEA) οριστικοποίησε τη σχεδίαση του «σπονδύλου φορτίου [υποβρυχίων τύπου] Virginia» (VPM: Virginia Payload Module) που αναπτύσσεται στο πλαίσιο προγράμματος προϋπολογισμού 743 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ.
Το VPM αποτελεί σχεδιαστική τροποποίηση των πυρηνοκίνητων επιθετικών υποβρυχίων (SSN) τύπου Virginia, τα οποία ενσωματώνοντας τη στη διαμόρφωση της έκδοσης Block V, θα αντικαταστήσουν σε υπηρεσία τα τέσσερα πυρηνοκίνητα υποβρύχια κατευθυνόμενων βλημάτων (SSGN) τύπου Ohio.
Το VPM θα αυξήσει το μήκος του σκάφους των Virginia κατά 70 πόδια (21,3 μέτρα) και θα περιλαμβάνει «τέσσερεις σωλήνες [εκτόξευσης οπλικού] φορτίου Virginia» (VPT: Virginia Payload Tube) που ο καθένας θα περιέχει επτά, έτοιμα για εκτόξευση κατευθυνόμενα βλήματα πλεύσης TLAMs (Tomahawk Land Attack Missiles).
Σε συνδυασμό με τους δύο VPT που ήδη διαθέτει το υποβρύχιο στο πρωραίο τμήμα του, που ο καθένας περιέχει έξι TLAMs, ο συνολικός αριθμός των όπλων θα αυξηθεί στα 40.
Προτού καταλήξει στο VPM στην παρούσα μορφή του η NAVSEA το 2012 είχε μελετήσει τηνενσωμάτωση μίας εκδοχής του με μήκος 97 ποδών (29,56 μέτρα). Μάλιστα, προκειμένου να μην επηρεασθεί το εξωτερικό σχήμα του σκάφους του υποβρυχίου και άρα η υδροδυναμική του,είχε επιλεγεί η διάμετρος του τμήματος του VPM που θα ενσωματώνονταν στο ανθεκτικό να μειωθεί από τα 34 πόδια (10,36 μέτρα) στα 26 πόδια (7,92 μέτρα).
Στο διάκενο των οκτώ ποδών (2,43 μέτρων) μεταξύ ανθεκτικού και εξωτερικού καλύμματος θα εγκαθίστατο οι μηχανισμοί για την ανάπτυξη των θυρών εκτόξευσης του VPM. Όμως τελικά για λόγους ευκολίας της εγκατάστασης και μείωσης του κόστους το Ναυτικό των ΗΠΑ αποφάσισε να το VPM να έχει την ίδια διάμετρο με το ανθεκτικό (34 πόδια) και οι μηχανισμοί (που πλέον προεξέχουν του σκάφους) να καλυφθούν με ειδικό κάλυμμα που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ουραίο πτερύγιο.
Από τα προαναφερθέντα θα επισημάνουμε δύο αριθμητικά δεδομένα. Το πρώτο είναι η διάμετρος των 26 ποδών (7,92 μέτρα) που αντιστοιχεί στο ελάχιστο μήκος του σωλήνα εκτόξευσης που απαιτείται για την εκτόξευση υπό κατάδυση ενός βλήματος Tomahawk.
Το δεύτερο είναι η διάμετρος ανθεκτικού των υποβρυχίων τύπου Virginia (34 πόδια, 10,36 μέτρα, εκτόπισμα 7.900 τόνοι). Σε αντίθεση η διάμετρος ανθεκτικού μερικών γνωστών συμβατικών υποβρυχίων είναι: Type 209/1400 (6,2 μέτρα, εκτόπισμα 1.480 τόνοι), Type 212 (5,68 ως 7 μέτρα, εκτόπισμα 1.485 τόνοι), Type 214 (6,3 μέτρα, εκτόπισμα 1.800 τόνοι) και Type 216 (8,1 μέτρα, εκτόπισμα 4.000 τόνοι).
Αν λοιπόν τα 26 πόδια (7,92 μέτρα) αποτελούν το ελάχιστο μήκος του σωλήνα εκτόξευσης τότε είναι προφανές ότι η ομαλή (χωρίς δηλαδή σημαντικές παρενέργειες στο κόστος, την ευκολία και φυσικά την υδροδυναμική συμπεριφορά του σκάφους) ενσωμάτωση συστημάτων κάθετης εκτόξευσης στα νέα ελληνικά υποβρύχια επιβάλλει την αύξηση της διαμέτρου του ανθεκτικού τουλάχιστον στα 8 μέτρα ή ακόμη και παραπάνω, ώστε να αποφευχθεί η τοποθέτηση καλύμματος με την μορφή ουραίου πτερυγίου για τους μηχανισμούς των θυρίδων των σωλήνων εκτόξευσης.
>Δυνατότητα μεταφοράς, διαχείρισης, άφεσης και επανάκτησης μη επανδρωμένων υποβρυχίων (UUV) και εναέριων (UAV) οχημάτων.
Η δραματική επέκταση της εμβέλειας επιτήρησης, αναγνώρισης και στοχοποίησης (πρόκτησης στόχων) του υποβρυχίου επιτυγχάνεται μόνο με την ενσωμάτωση και ολοκλήρωση σε αυτό μη επανδρωμένων υποβρυχίων (UUV) και εναέριων (UAV) οχημάτων που μπορεί να είναι διαμορφωμένα ως όπλα ή ως αισθητήρες.
Τα UUV θα επεκτείνουν σημαντικά την εμβέλεια εντοπισμού αλλά και εμπλοκής του υποβρυχίου καιθα προσδώσουν πολύ μεγάλες δυνατότητες σε όλο το εύρος των αποστολών που μπορεί να αναλάβει: αναγνώριση ναρκοπεδίων, ναρκοθηρία (εξουδετέρωση) ναρκών, ανίχνευση εχθρικών υποβρυχίων, επιθετική ναρκοθέτηση, συλλογή πληροφοριών, χαρτογράφηση του πυθμένα και άλλα επιχειρησιακά έργα που η διατήρηση της χαμηλής παρατηρησιμότητας αποτελεί υψηλής προτεραιότητας απαίτηση.
Τα UUV θα μπορούν να αφεθούν από τορπιλοσωλήνες, συστήματα κάθετης εκτόξευσης ή ακόμη και από ειδικά διασκευασμένες τορπίλες (όπως η εικονιζόμενη στο κάτω μέρος της συνημμένης φωτογραφίας DM2A4 AUV που αποτελεί μέλος της οικογενείας τορπιλών DM2A4).
Για εύκολα κατανοητούς λόγους αναγκαία είναι και η ενσωμάτωση και ολοκλήρωση της δυνατότητας μεταφοράς, διαχείρισης, άφεσης -εκτόξευσης και ανάκτησης μη επανδρωμένων αεροχημάτων (UAV: Unmanned Air Vehicles). Τα UAV μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την απόκτηση δεδομένων στοχοποίησης για την προσβολή ποικίλων στόχων (υποβρυχίων, σκαφών επιφανείας, ξηράς) με τορπίλες ή κατευθυνόμενα βλήματα, για την υποστήριξη ειδικών δυνάμεων αναπτυσσόμενων στην περιοχή επιχειρήσεων και φυσικά στη συλλογή πληροφοριών επ’ ωφελεία του διοικητή θεάτρου επιχειρήσεων.
Οι σχετικές τεχνολογίες έχουν ωριμάσει και η πρόσφατη εκτόξευση (απεικονίζεται στη συνημμένη φωτογραφία) από τορπιλοσωλήνα του αμερικανικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίουUSS Providence SSN 719 με τη χρήση του συστήματος εκτόξευσης Sea Robin του μη επανδρωμένου αεροχήματος XFC (eXperimental Fuel Cell Unmanned Aerial System: πειραματικό μη επανδρωμένο αερόχημα κυψελών καυσίμου) αποτελεί πολύ σημαντική εξέλιξη.
Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης δοκιμής το XFC εκτέλεσε πτήση διάρκειας αρκετών ωρών επιδεικνύοντας τη δυνατότητα μετάδοσης βίντεο σε αληθή χρόνο τόσο στο USS Providence, όσο και σε μονάδες επιφανείας και τον ναύσταθμο του Norfolk (δες σχετικά την ανάρτηση «UAV εκτοξεύεται από το USS Providence SSN 719 σε κατάδυση!» στον σύνδεσμο: http://www.defence-point.gr/news/?p=90985).
>Πυραυλικό σύστημα άμυνας κατά αεροσκαφών και ελικοπτέρων που εκτελούν ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις.
Σε ότι αφορά τον μεγάλο κίνδυνο που αποτελούν για το υποβρύχιο τα αεροσκάφη και ελικόπτερα ναυτικής συνεργασίας δεν απαιτείται ιδιαίτερη αναφορά ή ανάλυση του. Προφανώς η ενσωμάτωση στο υποβρύχιο οπλικού συστήματος το οποίο παρέχει δυνατότητα αυτοάμυνας σε αυτές τις απειλές είναι επιθυμητή, ειδικά στην περίπτωση που στον εναέριο χώρο υπεράνω της περιοχής επιχειρήσεων η αεροπορική κυριαρχία ή έστω τουλάχιστον η αεροπορική υπεροχή σε τόπο και χρόνο δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί.
Στην πάροδο των ετών έχουν παρουσιαστεί διάφορα συστήματα για την ικανοποίηση της συγκεκριμένης επιχειρησιακής απαίτησης, όπως το απεικονιζόμενο στη συνημμένη καλλιτεχνική απεικόνιση σύστημα Submarine Air Defence της γαλλικής DCNS.
Ανάλογο είναι το γερμανικής προέλευσης (αναπτύσσεται από κοινού από τις Diehl BGT Defence και TKMS/HDW) «διαδραστικό συστήματα άμυνας και κρούσης υποβρυχίων» (IDAS: Interactive Defence and Attack System for Submarines).
Το IDAS χρησιμοποιεί ως βλήμα έκδοχο του γνωστού βλήματος αέρος – αέρος IRIS-T που κατευθύνεται με οπτική ίνα (κατά συνέπεια επιτρέπει τον έλεγχο του βλήματος από το Κέντρο Πληροφοριών Μάχης του υποβρυχίου καθ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης του, επιτρέποντας αλλαγή στόχου, διόρθωση της πορείας, αλλαγή του σημείου προσβολής ή ακόμα και ακύρωση της προσβολής) και έχει βεληνεκές περί τα 20 χιλιόμετρα.
Κατά τους κατασκευαστές του το IDAS μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προσβολή εχθρικών ελικοπτέρων, μικρού ή μεσαίου εκτοπίσματος εχθρικών σκαφών επιφανείας και παράκτιων στόχων ξηράς. Η εκτόξευση του θα γίνεται από τους τορπιλοσωλήνες του υποβρυχίου χωρίς τη χρήση ειδικής κάψουλας (τέσσερα βλήματα IDAS θα μπορούν να τοποθετηθούν με ειδικό φορέα σε τυπικό τορπιλοσωλήνα διαμέτρου 21 ιντσών, απεικονίζονται στο δεξιό της συνημμένης φωτογραφίας).
Υπενθυμίζεται, ότι στις 9 Μαΐου 2013 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της τουρκικής εταιρίας Roketsanκαι της γερμανικής κοινοπραξίας IDAS (την οποία έχουν συστήσει οι TKMS και Diehl BGT Defenceκαι στην οποία συμμετέχει και η νορβηγική Nammo που αναπτύσσει τον πυραυλοκινητήρα του βλήματος). Η συμφωνία αφορά την ανάπτυξη και παραγωγή του εκτοξευόμενου IDAS για λογαριασμό της Τουρκίας.
>Αυξημένες επικοινωνιακές δυνατότητες.
Ο εξοπλισμός των νέων υποβρυχίων με ποικίλα σε όπλα και αισθητήρες (είτε άμεσα είτε έμμεσα με τη μορφή οργανικών UUV και UAV) αλλά και η προφανής ανάγκη αμφίδρομης ανταλλαγής, με μεγάλη ταχύτητα, μεγάλου όγκου κρυπτασφαλισμένων δεδομένων στο πλαίσιο του «συστήματος συστημάτων» που η χώρα μας πρέπει να δημιουργήσει στην Ανατολική Μεσόγειο επιβάλλει τον εξοπλισμό τους με αυξημένες επικοινωνιακές δυνατότητες.
Η απαίτηση αυτή δεν μπορεί πλέον να ικανοποιηθεί από τις χαμηλής ταχύτητας και μικρού όγκουμετάδοσης δεδομένων επικοινωνίες λίαν χαμηλών συχνοτήτων (VLF) και εξαιρετικά χαμηλών συχνοτήτων (ELF). Μόνο η ενσωμάτωση νέου τύπου επικοινωνιακών ιστών, συρόμενων επικοινωνιακών διατάξεων, επιπλεόντων κεραιών, σημαντήρων κ.α., σε συνδυασμό με τη χρήση δορυφορικών επικοινωνιών μπορούν να ικανοποιήσουν τη σχετική απαίτηση.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Τα νέα ελληνικά υποβρύχια θα πρέπει να είναι ολοκληρωμένες πλατφόρμες που θα πρέπει να διαθέτουν αυξημένες δυνατότητες,
>συλλογής πληροφοριών, επιτήρησηςπρόσκτησης στόχων και αναγνώρισης,
>επικοινωνιών
>προσβολής στόχων υποβρυχίωνεπιφανείας και ξηράς (οι τελευταίοι μέσω της χρήσης κατευθυνόμενων βλημάτων πλεύσης των οποίων η απόκτηση και ενσωμάτωση στα υποβρύχια θα αναβαθμίσουν δραστικά την εθνική ικανότητα αποτροπής)
>υποστήριξης επιχειρήσεων δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων και
>αυτοάμυνας τόσο με αντίμετρα όσο και με βλήματα βαλλόμενα υπό κατάδυση κατά στόχων αέρος (αεροσκάφη – ελικόπτερα)
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό απαιτείται η από σήμερα λεπτομερής και συστηματική παρακολούθηση, καταγραφή και ανάλυση όλων των τεχνολογικών εξελίξεων και πρωτοβουλιών που λαμβάνουν χώρα σε παγκόσμιο επίπεδο στους προαναφερθέντες τομείς και ταυτόχρονα η καλλιέργεια σε επίπεδο διακρατικών σχέσεων του περιβάλλοντος για την αποδέσμευση των κρίσιμων τεχνολογιών που απαιτείται να ενσωματωθούν στη νέα σχεδίαση.
Κλείνοντας, θα επισημάνουμε ότι τα νέα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού, εφόσον ενσωματώσουν τις προαναφερθείσες επιχειρησιακές δυνατότητες δεν αποτελούν μόνο στρατηγικό όπλο και κύριο μέσο προάσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων σε εθνικό επίπεδο, αλλά και πολύ μεγάλης αξίας «περιουσιακό» στοιχείο σε διεθνές – διακρατικό.

defence-point.gr